Παρασκευή 9 Ιουλίου 2010

ΑΝ ΕΙΣΑΙ ΕΠΙΕΙΚΗΣ

ΑΝ ΕΙΣΑΙ ΕΠΙΕΙΚΗΣ

Μή πι­στέ­ψεις πώς η ε­πιεί­κεια πού δεί­χνεις στά λά­θη, στίς α­δι­κί­ες, στόν α­σχη­μο τρό­πο των αλ­λων σέ πα­ρου­σιά­ζει α­δύνα­το.

Τό α­ντί­θε­το συμ­βαί­νει. Η ε­πιεί­κεια ει­ναι χα­ρα­κτη­ρι­στι­κό εκεί­νων, πού αυ­το­κυ­ριαρ­χου­νται καί αι­σθά­νο­νται αρ­κε­τά ι­σχυ­ρούς τούς ε­αυτούς των.

Η α­νο­χή, η συ­μπά­θεια, η γλυ­κύ­τη­τα, η ευ­γέ­νεια η καί η τι­μω­ρί­α κά­πο­τε μέ η­πιό­τη­τα, πού ει­ναι εκ­φρα­ση της ε­πιεί­κειας, γλυ­καί­νουν τίς ανθρώ­πι­νες σχέ­σεις καί φω­τί­ζουν τίς με­γά­λες ψυ­χές!

Η ε­πιεί­κεια ει­ναι τό μύ­ρο της α­ρετης.

Καί στήν ω­ρα της α­δυ­να­μί­ας μας τήν ε­χου­με ο­λοι α­νά­γκη α­πό τούς αλ­λους.

Ε­να λά­θος πού ε­γι­νε α­θε­λα, α­ξί­ζει τήν ε­πιεί­κεια.

Ο­ταν με­τά α­πό τήν πτώ­ση δέν α­ντέ­χου­με τή δι­καιο­σύ­νη, μας στη­ρί­ζει η ε­πιεί­κεια, πού, ο­πως ει­πε κά­ποιος σο­φός, “ει­ναι τό πα­ρα­λει­πόμε­νο α­πό τόν νό­μο καί τό δί­καιο”.

Ενω ο­μως τήν ζη­του­με α­πό τούς αλ­λους, οι ι­διοι δέν τήν προ­σφέ­ρου­με καί ει­μα­στε α­κρι­βο­δί­καιοι.

Οι νέ­οι πρό πά­ντων, πού τούς χα­ρα­κτη­ρί­ζει τό α­πό­λυ­το καί τούς λεί­πει η αυ­το­συ­γκρά­τη­ση, ει­ναι λι­γό­τε­ρο ε­πιει­κεις στίς πα­ρα­λεί­ψεις καί τά λά­θη με­γα­λυ­τέ­ρων καί μι­κρο­τέ­ρων.

Πό­σο δύ­σκο­λα συγ­χω­ρουν τήν πα­ρά­λει­ψη η τήν αυ­στη­ρό­τη­τα του πα­τέ­ρα, πού ερ­χε­ται κου­ρα­σμέ­νος α­πό τή δου­λειά του...

Δέν α­νέ­χο­νται τίς εκ­δη­λώ­σεις α­γά­πης της μά­νας, πού ι­σως δέν προ­σφέ­ρονται μέ τόν πιό κα­τάλ­λη­λο τρό­πο.

Κου­βε­ντιά­ζουν σκλη­ρά γιά τό κα­τά τή γνώ­μη τους λά­θος η καί τόν χα­ρα­κτη­ρα του­ κα­θη­γητη τους.

Α­ντι­δρουν ε­ντο­να, ο­ταν τούς δια­κό­πτουν η τούς ε­νο­χλουν τά μι­κρό­τε­ρα αδέλ­φια τους.

Που ε­πιεί­κεια, ο­ταν αρ­χί­ζουν οι νε­α­νι­κοί τσα­κω­μοί καί φου­ντώ­νει η ευθι­ξί­α!...

Φυ­γα­δεύ­ε­ται η συ­γκα­τα­βα­τι­κό­τη­τα, η η­πιό­τη­τα, η η­ρε­μί­α.

Ι­σως λη­σμο­νουν πώς τό πνευ­μα της α­νοχης μέ μέ­τρο καί της ε­πιεί­κειας πλη­σιά­ζει τον αν­θρω­πο μέ τόν Θε­ό καί τόν συ­νάν­θρω­πο.

Ε­σύ προ­σπά­θη­σε νά εμ­βα­θύ­νεις στή σο­φή προ­τρο­πή του με­γά­λου Α­πο­στό­λου καί δέν θά με­τα­νοιώ­σεις πο­τέ γιά τήν ε­πιεί­κεια πού ε­δει­ξες: “Τό ε­πιει­κές υμων γνω­σθή­τω πα­σιν αν­θρώ­ποις” (Φι­λιπ. δ΄ 5). Η ε­πιεί­κειά σας καί η υ­πο­χω­ρη­τι­κό­τη­τά σας ας γί­νει γνω­στή σέ ο­λους τούς αν­θρώ­πους καί σ αυ­τούς α­κό­μη τούς α­πί­στους.

Πρό­σε­ξε ο­μως, ο­χι υ­πο­χω­ρη­τι­κό­της σέ σο­βα­ρά θέ­μα­τα καί α­ξίες, για­τί τό­τε θά ε­χεις ε­νο­χή γιά τήν α­νο­χή, αλ­λά μέ σύ­νε­ση ε­πιεί­κεια μέσα στό πνευ­μα της κα­τα­νό­η­σης καί της α­γά­πης.

Α­νε­χό­με­νοι αλ­λή­λων εν α­γά­πη” ( Ε­φεσ. δ΄ 2).