Παρασκευή 9 Ιουλίου 2010

ΑΝΙΑ

ΑΝΙΑ

Ο Dostojevsky και ο Baudelaire, γράφει ο Ευδοκίμωφ, έλεγαν ότι ο κόσμος θα χαθεί, όχι εξ αιτίας των πολέμων, αλλ' απ' αυτή την ανυπόφορη γιγαντιαία ανία, όταν από το χασμουρητό, μεγάλο όσο και ο κόσμος, θα βγει ο διάβολος.

Ο άνθρωπος αρρωσταίνει από ανία και όχι μόνο όταν δεν δουλεύει. Καμιά φορά και το αντίθετο.

Στην πραγματικότητα η ανία γεννιέται απ' τα πολλά ψέματα που έχει πει ο καθένας στον εαυτό του, απ' τις ατέλειωτες δικαιολογίες, που επιστρατεύει, για να γυαλίζει το είδωλό του. Γι' αυτό και οι πιο ανιαροί συνομιλητές είναι αυτοί που συνεχώς για κάτι δικαιολογούνται.

Από την άλλη μεριά, όσο πιο καλοστημένη είναι η εικόνα του εαυτού μας, τόσο πιο στενό και απομονωμένο το κελί της αυτοφυλάκισής μας. Η εισόρμηση της ανίας αναπόφευκτη.

Στα γερμανικά η ανία αποδίδεται με τη λέξη Langeweile, που σημαίνει κατά λέξη: «μεγάλο χρονικό διάστημα», χωρίς παρελθόν και δίχως μέλλον, που δημιουργεί απελπισία και αποστροφή, σ' ένα χρόνο κενό και ακίνητο.

Αλλά η ανία, αίσθημα διαχρονικό και πανανθρώπινο, δεν φαίνεται να προκαλείται τόσο από εξωτερικές καταστάσεις. Αυξάνει όσο ο άνθρωπος φεύγει απ' αυτό που «οφείλει» και ρίχνεται ακράτητος σ' ό,τι «επιθυμεί». Ύστερα έρχεται ο κορεσμός, η πλήξη, για να εξελιχθεί σε «άκαρπη θλίψη».

Στα πνευματικά βιβλία κι αγωνίσματα η ανία συγγενεύει με το πρώτο από τα επτά θανάσιμα αμαρτήματα, την ακηδία. Ίσως και να γεννιέται απ' αυτή, την αφροντισιά, τη χρόνια αμέλεια, τη μακρά απροετοιμασία, την αποθάρρυνση, τη «χυδαία μελαγχολία».

Η ακηδία ναρκώνει και παροπλίζει τις δυνάμεις της ψυχής και ύστερα ξεσηκώνει εναντίον της όλα μαζί τα άλλα πάθη. Γι' αυτό απ' όλα είναι το βαρύτερο. Έπειτα ο νους σκοτίζεται, επειδή ο σκοτασμός του, όπως λέει ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος, προέρχεται από την οκνηρία και την ανελεημοσύνη.

Αν το καλοεξετάσουμε, οι δύο αυτές αιτίες ίσως να ευθύνονται ουσιαστικά και για την αυξανόμενη ανία του πολιτισμένου κόσμου, που τις ευνοεί.

Στον τόπο όπου ανθίζει η προσπάθεια για την προσέγγιση του θελήματος του Θεού και την προσφορά στον συνάνθρωπο, είναι δύσκολο να φυτρώσουν τα βασανιστικά ζιζάνια της ανίας. Οι εντολές για την αγάπη στο Θεό και στον άνθρωπο δεν φανερώνουν μόνο το δρόμο για να κερδίσουμε τη μέλλουσα ζωή, άλλά και για να ζήσουμε αληθινά δημιουργικά, να ευτυχήσουμε στην παρούσα, όπως περίτρανα καταφαίνεται στη ζωή των άγίων.

Τη λύση του δράματος της ανίας, που εμφανίζεται και όταν τίποτε εξωτερικό δεν την δικαιολογεί, δεν μπορούμε τελικά να την περιμένουμε απ' έξω. Από μέσα μας φωτίζουμε τα εξωτερικά πράγματα, ακόμη και τα πιο μαύρα.

Από την ψυχή μας μπορούμε να μάθουμε γιατί αξίζει ο καθένας μας να κοπιάζει, να ελπίζει, να ζει.

Ύστερα έχουμε να καταθέσουμε πρώτοι εμείς το ένα ή τα πολλά τάλαντά μας στην τράπεζα της χάριτος του Θεού και να κρατούμε τις λαμπάδες μας αναμμένες από τη φλόγα της Θείας Αγάπης.